kiosterakis.gr +

ΕΝΗΜΕΡΩΣΗ-ΨΥΧΑΓΩΓΙΑ-ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ

ΜΕ ΜΙΑ ΑΛΛΗ ΜΑΤΙΑ...

Ιστορίες

Η βασίλισσα των Γοργόνων και των Πουλιών

Ήτανε μια φορά ένας βασιλιάς και μια βασίλισσα κι είχανε κι ένα γιο. Όσο ήτανε ο βασιλιάς κι βασίλισσα καλοί άνθρωποι, τόσο ήταν ο γιος κακός.

Η βασίλισσα των Γοργόνων και των Πουλιών
Μέσα στο ίδιο το παλάτι καθότανε και ο βεζίρης του βασιλέα κι είχε κι αυτός ένα γιο. Όσο το βασιλόπουλο ήτανε κακό και άσχημο τόσο το βεζιρόπουλο ήτανε όμορφο και καλό. Εκοίταζε το βασιλόπουλο με τι τρόπο να καταστρέψει το βεζιρόπουλο.

Μια μέρα βγήκε το βεζιρόπουλο με το δάσκαλό του στο κυνήγι. Εκεί που πήγαινε, βλέπει χάμω ένα πολύ όμορφο φτερό, χρυσό· λέει του δασκάλου του.

- Ναν το πάρω το φτερό, δάσκαλε, που 'ναι τόσο όμορφο;

- Τι να σου πω, παιδί μου! αν το πάρεις θα μετανοήσεις, κι αν δεν το πάρεις πάλι θα μετανοήσεις.

- Ε, λέει το παιδί· ας το πάρω κι ας μετανοήσω, αφού είναι τόσο όμορφο.

Εκατέβηκε από τ' άλογό του, το πήρε και το 'βανε στο κεφάλι του. Το βασιλόπουλο ήτανε ανεβασμένο στο παλάτι ψηλά απάνω στο κιόσκι, κι είχε κιάλια και κοίταζε κατά τα βουνά. Έτυχε να πέσουν τα κιάλια του σ' ένα πράμα που έλαμπε στον ήλιο σαν διαμαντικό... δεν ήξερε κι εκείνος τι να 'ναι· κοιτάζει καλύτερα και βλέπει το βεζιρόπουλο, που είχε στο κεφάλι του ένα χρυσό τζελέγκι* σαν ένα μεγάλο φτερό.

Περισσότερα...

Τις κρίσεις δεν τις επιλέγουμε...

Είσοδος στην...Μια φορά, ένας μαθητής ρώτησε τον δάσκαλό του: Γιατί υπάρχουν άνθρωποι που αντιμετωπίζουν πολύ εύκολα προβλήματα τα οποία είναι ιδιαίτερα περίπλοκα, ενώ άλλοι άνθρωποι με την παραμικρή δυσκολία πνίγονται σε μια κουταλιά νερό;

Έτσι, ο δάσκαλος τον κοίταξε χαμογελαστά και του είπε μια ιστορία...

Κάποτε υπήρχε ένας άνθρωπος ο οποίος ήταν πολύ φωτεινός και καθ' όλη την διάρκεια της ζωής του, συμπεριφερόταν στους γύρω του με πολύ αγάπη. Όταν πέθανε λοιπόν όλος ο κόσμος έλεγε ότι αυτός ο άνθρωπος δεν θα μπορούσε να πάει κάπου αλλού εκτός από τον παράδεισο. Ο ίδιος όμως δεν νοιαζόταν ιδιαίτερα για το που θα πάει, αλλά επειδή όλοι έλεγαν ότι θα πήγαινε στον Παράδεισο, κατευθύνθηκε προς τα εκεί.

Εκείνη την εποχή όμως, έκαναν στον Παράδεισο μια μεγάλη ανακαίνιση, οπότε τα πράγματα δεν λειτουργούσαν σωστά. Ένα από αυτά που δεν λειτουργούσε σωστά ήταν και η ρεσεψιόν. Η κοπέλα λοιπόν που είχε μείνει στην ρεσεψιόν τα είχε χαμένα, και έτσι έριξε μια βιαστική ματιά στις αιτήσεις και για κάποιον λόγο δεν βρήκε το όνομα του ανθρώπου αυτού. Γι αυτόν τον λόγο τον προέτρεψε να κατευθυνθεί προς την κόλαση.

Και στην κόλαση, ξέρετε πως είναι. Δεν έχει είσοδο, δεν έχει υποδοχή όποιος θέλει μπαίνει, όποιος θέλει βγαίνει, όλα χύμα με λίγα λόγια.

Ο άνθρωπος λοιπόν μπήκε ήρεμος στην κόλαση, βρήκε μια γωνιά και κάθισε.

Περισσότερα...

Ο σακοράφος...

Ο Σακοράφος

Μια φορά ήταν ένας σακοράφος και ύφαινε τα τσουβάλια του και τραγουδούσε κι έλεγε:

– Μοναχός μου το τάπωσα.

Μέρα νύχτα αυτό το τραγούδι έλεγε.

Μια μέρα πέρασε ο βασιλιάς και τον ακούει και τραγουδεί και λέει:

– Μοναχός μου το τάπωσα.

Και πάλι αυτό και πάλι αυτό. Πέρασε τη νύχτα πάλι κι έκανε νυχτέρι κι έλεγε πάλι αυτό το τραγούδι:

– Μοναχός μου το τάπωσα.

Μπήκε ο βασιλιάς μέσα στ' αργαστήρι του. Άμα τον είδε ο σακοράφος, άφησε τη δουλειά του και σηκώθηκε κι έβγαλε το φέσι του και σταύρωσε τα χέρια του. Και του λέει ο βασιλιάς:

– Θα σε ρωτήσω ένα πράμα, μάστορη, αλλά την αλήθεια να μου πεις.

Περισσότερα...

Τ' αυγά...

Κοτοπουλάκι...Εκείνη την εποχή ήταν ένας καπετάνιος με καράβι. Μια φορά έφτασε σ' ένα λιμάνι και πήγε σε μια ταβέρνα για να φάει. Μπαίνει μέσα και ρωτάει τον ταβερνιάρη:

– Έχεις τίποτε φαΐ να φάω;

– Δεν έχω κακόμοιρε! Μου σώθηκαν τα φαγητά. Εδώ δα έχω τρία τέσσερα αυγά τηγανισμένα. Σου κάνουν; να σου τα βάλω να φας;

Δέχτηκε ο καπετάνιος κι έκατσε κι έτρωγε.

Κει που έτρωγε, νά κι έρχεται ένας ναύτης, και του λέει που τραβούσαν τις άγκυρες του καραβιού, γιατί επήρε αέρας!

Παρατάει ο άνθρωπος το φαΐ και τρέχει ίσια στο καράβι του. Μπαίνει μέσα, τραβούν τις άγκυρες πάνω και δεν μπορούν να σιγουρέψουν το καράβι. Βοήθησεν ο Θεός κι ο Άι-Νικόλας και γλίτωσε το καράβι από τη φουρτούνα.

Έκαμε πέντε έξι χρόνια νά 'ρθει πάλι σ' αυτό το λιμάνι.

Άμα ήρθε σ' αυτό το μέρος, ο καπετάνιος ήρθε να πληρώσει τ' αυγά που τα είχε στο νου του. Τα θυμόταν που τα χρωστούσε. Ο ταβερνιάρης του βγάζει λογαριασμό αλογάριαστο.

– Αυτά τ' αυγά, αν τα εκάθιζα στη όρνιθα, θα έβγαζε τέσσερα πουλιά, δυο πετεινούς, δυο όρνιθες.

Τον πάει στο δικαστήριο, γιατί τ' αυγό τ' αυγού, πουλί του πουλιού, του έπαιρνε το καράβι, και το χρέος δεν εγλίτωνε.

Εγύριζε ο άνθρωπος σαν παλαβός, που έχανε το καράβι του για τέσσερα αυγά! Επήγε σε μιαν άλλη ταβέρνα που πήγαιναν όλοι οι γέροι. Μέσα εκεί ήταν ένας ψευτοδικηγόρος. Τον είδε στενοχωρεμένον τον άνθρωπο, έμαθε την υπόθεσή του, πάει κάθεται κοντά του και του λέει:

– Καπετάνιε, βάλε μου μια κούπα κρασί να πιω και μη στενοχωριέσαι. Εγώ θα σου κερδίσω το καράβι αύριο.

Περισσότερα...

Υποκατηγορίες

Online Επισκέπτες

Αυτήν τη στιγμή επισκέπτονται τον ιστότοπό μας 146 guests και κανένα μέλος

Πολιτική απορρήτου...

Ο ιστότοπος αυτός, χρησιμοποιεί μικρά αρχεία που λέγονται cookies τα οποία βοηθούν να βελτιωθεί η περιήγησή σας. Αν συνεχίσετε να χρησιμοποιείτε αυτόν τον ιστότοπο, θα υποθέσουμε ότι συμφωνείτε με αυτή την πολιτική...